Το πλουσιότερο 20% του πληθυσμού έχει 5,3 φορές μεγαλύτερο εισόδημα από το φτωχότερο 20%, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για την οικονομική ανισότητα για το 2022.
Να σημειωθεί ότι η οικονομική ανισότητα μεταξύ των ατόμων ηλικίας 65 ετών και άνω αυξήθηκε κατά 0,1 ποσοστιαίες μονάδες και διαμορφώνεται στο 4,3 έναντι 4,2 το προηγούμενο έτος. Αντίστοιχα, η οικονομική ανισότητα μεταξύ των ατόμων κάτω των 65 ετών μειώθηκε κατά 0,8 μονάδες και διαμορφώνεται στο 5,6 έναντι 6,4 το προηγούμενο έτος.
Οι εισοδηματικές «κλίμακες»
Τα στοιχεία της κατανομής του εισοδήματος σε τεταρτημόρια εκφράζουν το ποσοστό του συνολικού εθνικού εισοδήματος που κατέχει κάθε ένα από τέσσερα (ίσα) τμήματα του πληθυσμού.
Συγκεκριμένα, εάν κατατάξουμε τα άτομα του πληθυσμού σε αύξουσα σειρά με βάση το εισόδημά τους (από το μικρότερο στο μεγαλύτερο) και στη συνέχεια χωρίσουμε τον πληθυσμό σε τέσσερα ίσα μέρη (με βάση τον συνολικό αριθμό των ατόμων), προκύπτουν τα εξής:
Το 25% του πληθυσμού με το χαμηλότερο εισόδημα, κατέχει το 10,3% του συνολικού εθνικού διαθέσιμου εισοδήματος, ποσοστό αυξημένο κατά 0,7 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2021.
Το 25% του πληθυσμού με το υψηλότερο εισόδημα, κατέχει το 45,3% του συνολικού εθνικού διαθέσιμου εισοδήματος, ποσοστό μειωμένο κατά 0,4 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2021.
Το 50% του πληθυσμού με μεσαία εισοδήματα, κατέχουν το 44,4% του εθνικού διαθέσιμου εισοδήματος, ποσοστό μειωμένο κατά 0,2 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2021.
Όπως προκύπτει από την έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ για την οικονομική ανισότητα το 2022 (εισοδήματα 2021):
σε 13.375 ευρώ ανέρχεται το χαμηλότερο ατομικό ετήσιο εισόδημα για τον πληθυσμό της χώρας με το υψηλότερο εισόδημα και αντίστοιχα
σε 6.533 ευρώ ανέρχεται το υψηλότερο ατομικό ετήσιο εισόδημα για τον πληθυσμό με το χαμηλότερο εισόδημα.